There is no World
without an Act of Meaning

Μπλούζα Vs Ποδιά



Είμαι στο εργαστήριο του μαθήματος της ανατομίας, η διάθεση και η περιέργεια τεράστια για να δω πως είναι ένας άνθρωπος εκ των έσω, καθώς ήταν το πρώτο μου εργαστηριακό μάθημα με αυτό το περιεχόμενο. Αριστερά και δεξιά της αίθουσας παρατεταγμένα αντικριστά ανατομικά τραπέζια τα οποία φέρουν προπλάσματα και πτώματα. Ατρόμητος πλησιάζω ένα, στο οποίο έχει καλυφθεί το πρόσωπο και η γεννητική περιοχή. Ξαφνικά μου έρχεται στην σκέψη ο Φουκώ και η αντικειμενοποίηση του ανθρώπου μέσω της επιστήμης[1]. Σε λίγο η εικόνα θα γινόταν ακόμη χειρότερη και από το πτώμα με σταματημένη την διαδικασία της αποσύνθεσης του, ως εικόνα που ζητάει την γνησιότητα της έννοιας του θανάτου.

Στην επιστήμη της ιατρικής είθισται όποιος μετέχει σε αυτήν να φοράει λευκή «μπλούζα». Τονίζω την λέξη μπλούζα καθώς σε προηγούμενο ‘σφάλμα’ μου στην ιατρική σχολή του αριστοτέλειου πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης αναφέροντάς την ως ‘ποδιά, η γραμματέας με είχε στηλιτεύει αγρίως δια ακατάπαυστων προτάσεων πως ‘δεν είναι δυνατόν να λέμε ποδιά, τι είμαστε στην κουζίνα και τηγανίζουμε ψάρια, εδώ είναι ιατρική’. Το σεξιστικό ρεπερτόριο που εννοεί πως οι γυναίκες-τροφοί φοράνε ποδιά και τηγανίζουν ψάρια που οι άντρες-ψαράδες με μπλούζες έχουν πιάσει, παρουσιαζόταν πρόδηλα ενώπιόν μου.

Σ’ αυτή τη σχολή τα πράγματα θα γίνονταν πιο καλυμμένα. Κάνοντας ένα διάλειμμα απ’ το ανατομείο και πηγαίνοντας στο χώρο του αμφιθεάτρου συνέβη το εξής αξιοπρόσεκτο: σε μία κοπέλα που καθόταν δίπλα μου στο πρώτο φοιτητικό έδρανο είχε πέσει η ‘ιατρική μπλούζα’ κάτω στο πάτωμα. Τότε πλησιάζει ο διδάσκων, την σηκώνει, και δίνοντας την της λέει ‘χρειάζεται να την προσέχετε καθώς γι’ αυτήν την μπλούζα μπήκατε εδώ’. Μην μπορώντας να αντισταθώ στο λεκτικό παιχνίδι που είχε ανοιχτεί του απαντώ πως οι ‘ψυχίατροι δεν φοράνε καν’ και τότε, με σιγουριά γνώστη των συντεχνιακών θεμάτων, μου λέει γελώντας ‘έχουν τις άλλες τις καλύτερες’. Ένας υποψιασμένος στοχαστής θα έκανε λόγο για την εξουσία του συμβόλου[2]. Ο πορφυρός χιτώνας του ιεροεξεταστή στον μεσαίωνα γίνεται σύγχρονα η λευκή εξεταστική μπλούζα του γιατρού.

Galileo before the Holy Office, a 19th century painting by Joseph-Nicolas Robert-Fleury
Τα δύο σύμβολα που θα ήθελα να διαπραγματευτώ σε αυτήν μου την στοχαστική δειγματική διαδρομή είναι η ‘μπλούζα του γιατρού’ και η ‘ποδιά της καθαρίστριας’. Το άκρατα συμπτωματικό είναι πως η ευκαιρία για μία τέτοια κοινωνική συγκριτική μου δόθηκε απλόχερα. Καθήμενος λοιπόν στο εργαστήριο της ανατομίας, στο τραπέζι που είχα αντιστοιχισθεί, με στρατιωτική επιμέλεια ως ονοματεπώνυμο και αριθμός μητρώου, βλέπω να ανοίγει η κεντρική πόρτα και να μπαίνει μέσα κουτσαίνοντας μία γυναίκα γύρω στα εξήντα έτη - κατάκοπη με ‘μπλε ποδιά καθαρίστριας’. Ήταν ευτραφής, με κοντά κουρεμένα μαλλιά, μεσαίου αναστήματος. Μας πέρασε ανέπαφη μπαίνοντας στο οπτικό πεδίο του διδάσκοντα που είχα, κατευθύνθηκε σε ένα άλλο ανατομικό τραπέζι έκανε κάτι με ένα άλλο διδάσκοντα και έφυγε. Σε αυτό το σημείο συνέβη κάτι το άξιο αναφοράς. Ο διδάσκοντας μου, παρόμοιας ηλικίας με την καθαρίστρια, σταμάτησε την περιγραφή των οστών που είχαμε και καθήλωσε το βλέμμα του επάνω της. Μας παρότρυνε εμμέσως να το κάνουμε και εμείς λέγοντας, χωρίς να ακούγεται στην ίδια, πως‘αυτή παιδιά είναι η Αντωνία, κάθε φορά κάνει αυτό το πράγμα’ σαν να εννοούσε πως μας διέκοπτε από μία τόσο σημαντική πράξη, ιερά σεβάσμια, όπως είχαμε προειδοποιηθεί να δείξουμε περίσσιο σεβασμό γι’ αυτό το χώρο στο εισαγωγικό μάθημα του αμφιθέατρου. Αυτό μου θύμιζε αλλοτινούς θεματοφύλακες της Γνώσης[3], μόνο που τότε δεν φοριόταν το λευκό αλλά το κόκκινο. Νιώθοντας ενοχές με το να σιωπήσω και συνεπώς έτσι να συναινώ, βλέποντας την κίνησή της απ’ το οπτικό μου πεδίο πως έδινε κάτι σ’ ένα άλλο διδάσκοντα στην αίθουσα, έπιανα τον εαυτό μου να πετιέται και να λύνει την απορία του ιεραρχικά ανωτέρου του, πριν βγάλει το έμμεσο πόρισμα που εννοούνταν «της χαζής καθαρίστριας που απλώς θέλει να κλέψει ματιές απ’ το τόσο κεκλεισμένων των θυρών εργαστηριακό μάθημα με το άλλοθι της θέσης της και να δει τι κάνουμε» λέγοντας ‘κύριε Χ. η κυρία ήρθε για να παραδώσει τα κλειδιά του γραφείου του κυρίου Ω. που προφανώς της είχε αναθέσει να καθαρίσει πριν έρθουμε εδώ’. Ξαφνικά ο διδάσκοντας φωτίσθηκε και μου απαντά ‘μόλις μου λύθηκε μία απορία που είχα καιρό’.

Μία εβδομάδα μετά και περιμένοντας για το αποτέλεσμα της γενικής συνέλευσης της σχολής έξω απ’ το αμφιθέατρο βλέπω την Αντωνία να καθαρίζει τον όροφο. Ερχόμενη προς το μέρος μου και καπνίζοντας στον χώρο της επισήμανα πως δεν πετάω την στάχτη κάτω ούτε και τα τσιγάρα, η ίδια μου χαμογέλασε και μου είπε πως είμαστε καλά παιδιά και δεν κάνουμε ζημιές, σαν ένα πειθήνιο σκυλί που μετά από χρόνια γνωρίζει τον αφέντη του, παρατηρώντας ταυτόχρονα πως δεν είχε μπροστινά δόντια. Η προφορά της ήταν ξένη και σε λίγο μου έλεγε πως παίρνει 400 ευρώ και πληρώνει τα 200 ευρώ ενοίκιο. Το θέμα είναι πως την είχα δει στο εργαστήριο την ίδια μέρα το πρωί στις 9 και μετά σε απόσταση 2 κτιρίων διαπίστωνα πως δεν είχα δει άλλο πρόσωπο στην καθαριότητα παρά την ίδια. Φαίνεται πως είχε αναλάβει να τα «καθαρίσει» όλα μόνη της. Ιδεολογικές βρωμιές πολλών ετών θα έλεγα ή και συσσωρευμένη πάλη αιώνων. Σαν ένα ενοχικό γενετικό υπόβαθρό που όφειλε να ξεπληρώσει με ακατάπαυστη εργασία για μια ζωή. Όταν της είπα μαζί με μία φίλη πως μάλλον θα ψηφίσουμε κατάληψη της σχολής και ότι είχε ευκαιρία να ξεκουραστεί τότε σκιάστηκε το πρόσωπό της και είπε ‘όχι! εδώ είναι καλά, αν δεν έρθω εδώ θα πάω σε άλλο που τρίβω όλη μέρα’. Γιατί θα ρωτήσω εδώ, και ας μην βιαστεί να απαντήσει κανείς.

Σε λίγο τα πράγματα θα γίνονταν λίγο χειρότερα. Μία κοπέλα πρωτοετής θα προχωρούσε προς το μέρος της που βρισκόταν δίπλα μου και θα της έκανε παράπονα πως δεν υπάρχουν καλαθάκια, χαρτί και σαπούνι στις τουαλέτες και αν αυτή ήταν υπεύθυνη για αυτό το πράγμα. Προφανώς και ήταν εκκολαπτόμενη γιατρέσσα με «καθαρή λευκή μπλούζα». Εκεί δεν κρατήθηκα και χωρίς να είναι κάτι το προσωπικό την πήγα μονότερμα στην άλλη γωνία, παραθέτοντας απλά επιχειρήματα και δείχνοντας τα δικά μου δηκτικά ιδεολογικά ρεπερτόρια - δόντια.

Εδώ τα διλήμματα μου δεν είναι αν είναι "καλός ή κακός" κάποιος/α, αλλά αν θέλω ποτέ να είναι τόσο «καθαρή» η μπλούζα μου, όποια και αν είναι αυτή, εφόσον ξέρω πως το ‘σαπούνι’ μου είναι από ανθρώπινο παράγοντα – μετουσιωμένο ή μη, και εδώ δεν υπάρχει καμία ειρωνεία ή σαρκασμός. Η κοινωνία έχει οδηγηθεί με ποικίλους μεταμοντέρνους τρόπους στο Νέο(συμπλήρωση κατά βούληση)., από το νέο-φιλελεύθερο στο νέο-ναζισμό. Η νεοναζιστική οργάνωση των χρυσών αυγών εκπροσωπείται σ’ ένα μεγάλο ποσοστό στο ελληνικό κοινοβούλιο, οι νεοφιλελεύθερες απολιτικ (ες) παρατάξεις οξυμωρούν "υπερασπίζοντας" φοιτητάς που χάνουν μαθήματα ενώ δεν θέλουν να συμμετάσχουν στην πολιτική καθώς αυτή είναι "άθλια" και οι ίδιοι πιο λελογισμένοι διαβάζοντας "Άθλιους" μετά τα διδακτικά συγγράματα. Οι πρακτικές δεν είναι εκεί έξω μακριά από σένα και μένα, συμβαίνουν καθημερινά δίπλα μας. Απλώς αποφασίζεις την συνεχή πάλη και αγώνα σε αυτό που θεωρείς ηθικό. Ποικίλες αναγνώσεις από τα όχι τόσο παραδοσιακά κιτάπια αλλά από την κριτική σκοπιά μπορούν να εξοπλίσουν και να αφυπνίσουν, εφόσον η κοινωνική θέση το επιτρέπει ή και το αναζητά. Για εμένα η Αντωνία είναι ένα μπρεχτικό παράδειγμα κλεμμένων βιβλίων από κάποιους που αποφάσισαν για αυτήν και μετά την κατηγόρησαν για αμορφωσιά. Μέσα στο αμφιθέατρο αποφάσιζα με την ψήφο μου για μένα, τόσο αμεσοδημοκρατικά, η Αντωνία όμως περίμενε 3 χρόνια για σύνταξη. Οι αλυσίδες ήταν βαθιά ‘ριζωμένες’ στην κοινωνική της ανατομία και χωρίς να γίνομαι φρουρός της μπορώ να γίνω ηθικός υπερασπιστής της σε κάθε μου κίνηση.


Όχι εγώ δεν θα το επιτρέψω. Ανήκω στο στρατόπεδο της «βρώμικης ποδιάς» και όχι της «καθαρής μπλούζας». Ουδετερότητα και αντικειμενικότητα δεν υπάρχει καθώς αυτές θα αποτελούσαν πρακτική μίας Πιλάτιας νιπτωχειρικής απολιτικής στάσης που δηλώνει πως "εγώ έχω καλώς βολεμένον τον οπίσθιόν μου, φροντίστε έκαστος τον δικό του". Οποιαδήποτε στοιχειώδη ηθική και πολιτική συνείδηση, του ζω και είμαι κοινωνικό ον, και όχι ένας επιστημονίσμος εκεί ψηλά στο κάστρο μου με τις μακαριότητες του, θα ήταν ευκόλως απαντημένη πάντα σε αναφορά με το κοινωνικό, χωρίς να κρύβεται πίσω από νεοφιλελεύθερες ρητορείες που χτίζουν την εκάστοτε σώζουσα εαυτόν πρακτική σωθείτω. Μπουχτήσαμε από ε/αυτούς. 




[1] Μ. Φουκώ, Ιστορία της Σεξουαλικότητας (τομ. Ι)
[2] Εδώ κάνω λόγο για το αυθαίρετο του γλωσσικού σημείου όπως θα έλεγε και ο Saussure “δηλαδή ότι η γλώσσα δεν αντιγράφει την πραγματικότητα, αλλά είναι αυθαίρετη καθώς δεν υπάρχει μια αιτιώδης σύνδεση ανάμεσα στο σημαίνον (τη λέξη που αποδίδεται σε ένα αντικείμενο) και το σημαινόμενο (το αντικείμενο). Έτσι, το γλωσσικό σημείο δεν ενώνει ένα όνομα με ένα αντικείμενο, αλλά μια ιδέα του πράγματος με μια ακουστική εικόνα. Η γλώσσα συνολικά επιβάλλεται αυθαίρετα και χρησιμοποιεί ως μέσο ανάδειξης και μετάδοσής της τις κοινωνίες.” Τσινόρεμα, Βούλα, Οι στρουκτουραλιστικές και μετα-στρουκτουραλιστικές θεωρίες της γλώσσας και το πρόβλημα της αλήθειας, Δωδώνη 14/Γ΄ (1985), 147-171.
[3] Εννοώ την Θεία Γνώση που είχαν κατά παράδοση οι μοναχοί του μεσαίωνα και μετέδιδαν στα πρώτα θρησκευτικά ιδρύματα – πανεπιστήμια, γνωρίζοντας οι ίδιοι ανάγνωση και γραφή στην κυρίαρχη γλώσσα της εποχής που ήταν τα λατινικά. Ότι δεν αντιστοιχούσε στη «Θεία Γνώση» ή αντίβαινε αυτήν, όπως στην περίπτωση του Κοπέρνικου και του Γαλιλαίου προφανώς δεν λογοκρινόταν μόνο αλλά καταδικαζόταν. Η μεσαιωνική συντεχνία (universitas) σήμαινε τη συντεχνιακή ένωση διδασκόντων και διδασκομένων. Ρήγος Α. (2000) Πανεπιστήμιο: Ιδεολογικός πόλος και λόγος. Από το Μεσαίωνα στη Νεωτερικότητα, Παπαζήση, Αθήνα.