There is no World
without an Act of Meaning

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Μοναξιά μιάς Κοινωνίας



Αν νιώσεις ποτέ μοναξιά το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να στραφείς αιτιακά εναντίον (ή και κριτικά ακόμη καλύτερα) ώστε να επαναθεωρήσεις πως τελικά είναι η κοινωνία και όχι ο εαυτός. Το να ακολουθήσεις ένα μονοπάτι σκέψης όπως είμαι μόνη/μόνος επειδή δεν είμαι αρκετά καλή/καλός, όμορφη/ος, έξυπνη/έξυπνος, trendy, cool και τα τοιαύτα είναι λίγο ριψοκίνδυνο ως και πάρα πολύ στα πλαίσια που φτάνει σε ακραίες συμπεριφορές (π.χ. μία anorexia nervosa με διαταραγμένη εικόνα σώματος). Υπάρχει το ρίσκο να πειστείς τόσο πως εσύ είσαι ο μεγαλύτερος υπαίτιος αυτού του παιχνιδιού και να αρχίσεις να κατακρεουργείς αυτόν τον «μοναδικό εαυτό», προϊόν του ευρύτερου πολιτισμικού πλαισίου. Ακόμη και η εικόνα που αρχίζει να κοπτοράπτει κάποιος για τον εαυτό εμπίπτει στα όρια της ιδεολογίας του, και εφόσον παραμένει στην κυρίαρχη τότε τα ντεφιλέ και ο φουσκωτός φιλαράκος μας γίνονται υποδειγματικοί.

Το πώς ένας εαυτός καθίσταται «μοναδικός» δεν είναι δύσκολο να ιδωθεί από κάποιον αν αυτός/αυτή ανατρέξει στην πολιτική και οικονομική ιστορία των τελευταίων δύο αιώνων στο δυτικό στερέωμα. Ο Ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός που κληροδοτείται στην νεωτερική πολεμική μηχανή της δύσης με πρώτο μοχλό τις Η.Π.Α, η βιομηχανική επανάσταση που τροφοδοτεί τις μηχανές του καπιταλιστικού στερεώματος που αρχίζει να χτίζεται, ο Διαφωτισμός που καθαιρεί την θεϊκή αυθεντία και εγκαθιδρύει την Λογική αυθεντία και τόσοι άλλοι παράγοντες, περιμένοντας εκεί για να τους συνδέσει κάποιος ανάλογα αρχίζουν να δομούν την σύσταση ενός εαυτού που στις περισσότερες απηχήσεις του (νεωτερικότητας, μετανεωτερικότητας) είναι τόσο «μοναδικός», όσο, θα έλεγε κάποιος βιοεπιστήμονας, το DNA του.

Η φιλελεύθερες επικράτουσες κοινωνίες έχουν την "αγάπη" να στιγματίζουν τον μη επαρκή εαυτό (κατά τα δικά τους κανονιστικά μέτρα και σταθμά) σε πολλά επίπεδα, ώστε αυτές αλώβητες να συνεχίζουν το προκρούστιο κανονικοποιητικό έργο τους. Ο μοναδικός εαυτός δεν είναι τόσο αθώος και απελευθερωτικός, όπως υπόσχεται, αλλά έχει και το κακό του πρόσωπο στο φιλελεύθερο στερέωμα, τον μοναχικό (μόνο) εαυτό. Χρησιμοποιώ τον όρο μοναχικό και όχι μόνο επισημαίνοντας πως δεν εννοώ την επιλογή μεταξύ άλλων που θα καθιστούσε κατ’ ευθείαν το επιχείρημα μου φιλελεύθερο, εφόσον κάποιος το “επιλέγει”. Το αποτέλεσμα είναι πως δεν το επιλέγουν οι περισσότεροι σ'αυτές τις κοινωνίες το βιώνουν ως μία κατάσταση προς αποτροπή ή και, αν είναι μη αποτρεπόμενη , με αρνητικό πρόσημο ευρύτερο, όπως όταν κάποια/κάποιος δηλώνει πως  "ευτυχώς που χώρισα με το Λάκη/Λάκα" καθώς θέλει να μείνει μόνη/μόνος μετά από ένα διάστημα σχέσης. Άλλοι, που είναι και οι πιο λίγοι, απλώς το αναστοχάζονται, και αυτό γιατί ο αναστοχασμός προϋποθέτει ένα σημείο εκκίνησης της σκέψης που φέρει ιδεολογία. Σε αυτή την κατάσταση μπορείς να καταλήξεις πως δεν υπάρχει τόσο μεγάλο αρνητικό νόημα στην τόσο τρομακτική κατά τ' άλλα μοναξιά, που αρχίζει να παίρνει διαστάσεις υπαρξιακές-ψυχοπαθολογίας μετά το χεράκι του Φρόυντ. Ίσως είναι και αναφαίρετο κομμάτι της σκέψης/ιδεολογίας σου. Όταν όλοι (αριθμητικό απόλυτο που δηλώνει την κυρίαρχη κατάσταση ιδεολογίας) κινούνται με Α ρυθμό και εσύ δεν επιλέγεις Β αλλά προσπαθείς να σπάσεις τον ρυθμό γιατί μπορεί να σου ακούγεται μονότονος, τότε μάλλον είσαι με τους λίγους. Αυτό στην πρώτη κατάσταση της επιλογής ελευθέρας βοσκής νοηματοδοτείται ως μοναξιά/κακό αποτέλεσμα, υπό το νέο πρίσμα μπορεί να νοηματοδοτηθεί απεριόριστα, αρκεί να το ξανα-σκεφτείς έπειτα "τι κάνεις" εκφράζοντάς το. 

Στην αντίθετη λοιπόν περίπτωση, που δεν πρόκειται για μια επιλογή σε μία γκάμα, όπως στο κατάστημα με τα υποδήματα, αλλά για μία πράξη, τότε  θα μιλάγαμε για την μοναξιά/αναφαίρετο συστατικό. Εδώ θα μπορούσε να βρίσκεται μία γυναίκα που είναι διαβασμένη μάλλον στα φεμινιστικά σώματα γνώσης, στην μαρξική θεώρηση και σε άλλες πιο ριζοσπαστικές απόψεις - σώματα κειμένου. Μάλλον αυτή δεν θα δεχόταν εύκολα για τον εαυτό της τα διαγνωστικά κριτήρια της καταθλιπτικόμορφης διαταραχής σε οποιαδήποτε πράξη μοναξιάς, απόσυρσης ή και παραίτησης καθώς θα τα είχε νοηματοδοτήσει με άλλο περιεχόμενο. Μπορεί να κοίταζε τις βάρκες σιωπηλή ώρες, να έψαχνε τρόπο για να φάει και να ικανοποιήσει τις λοιπές τις βιοτικές ανάγκες και να σκεφτόταν πως θα πραγματωνόταν η διαφορετική κατάσταση, η δικής της προοπτική κατάσταση επηρεασμένη απ’ αυτές τις θεωρήσεις, η κοινωνική κατάσταση που την εμπεριείχε. Δεν θα γινόταν το ίδιο όμως στο ευρύτερο πλαίσιο ατομοκεντρικών γυναικών που αποτελούν την βάση του δυτικού στερεώματος μαζί με τους άνδρες (σε κυρίαρχο μοτίβο επαναλήψιμης ταπετσαρίας ετεροπροσδιορισμένοι - και τόσο ΜΟΝΟΤΟΝΟΙ στην τελική).

Το κόκκινο κραγιόν, το μαύρο φουστάνι, το σουζαρισμένο eyeliner, το διχτυωτό καλσόν είναι δείγματα θηλυκότητας. Στήθος, γοφοί, τακούνι, νύχι παρατεταγμένα για τον πόλεμο - τον πόλεμο που θα δείξει ποια είναι η καλύτερη, η ομορφότερη, η βασίλισσα – και αυτά για τον σούπερ αρρενωπό άνδρα, με (… συμπλήρωση κατά προτίμηση και ποιο εύκολες λύσεις διαλέγεις ηθοποιό γνωστό αμερικανό ή και όχι π.χ πάρε Μπραντ και άσε Τζολί) και όχι τις μεσοβέζικες λύσεις του γκέι φίλου που κλαίτε μαζί για το τον λευκοφορεμένο ιππότη. Το σκηνικό επαναλαμβάνεται στις άπειρες φιλελεύθερες “επιλογές”, που αρχίζουν να συγκροτούνται η κάθε μία ως «μοναδική». Αυτή η γκάμα “επιλογών” έχει στο αποθεματικό της τον «μοναχικό εαυτό» ή και “αυτόν/αυτήν που έμεινες μόνος”. Και τότε αρχίζει ο κλαυθμός και ο (αλληλο)σπαραγμός. Μηνύματα/αναρτήσεις, ερωτήσεις, απαντήσεις, επεξηγήσεις, συζητήσεις και όλα αυτά περιστρεφόμενα από τον ίδιο άξονα "τις πταίει" (εγώ η κοντή / αγύμναστος ή αυτό το γαϊδούρι που δεν κοιτάει τίποτα παρά εμφάνιση). Φίλοι, κουμπάροι και γνωστοί αρχίζουν να επιδίδονται στο άθλημα αναλόγως “επιθυμιών” με το ποιος έκανε τι και πως. Στήνεται η νοητή εξέδρα του δικαστηρίου και αρχίζει η αγόρευσις της «μοναχικής μοναδικότητας». Αν αποτύχει τότε προτείνεται ο ειδικός , πάσης φύσεως ψυχ-. Η διάγνωση περιμένει τους μοναχικούληδες, μη παραγωγικούς (η παραγωγικότητα έχει μπει από την Πύλη της ψυχιατρικής στα ψυχοδιαγνωστήρια πάσης φύσεως και αρχίζει να κανονικοποιεί με ένα νεοφιλελεύθερο μοτίβο πρόστυχα και εμφανώς) και παραιτημένους. Βέβαια, εφόσον οι περισσότεροι βλέπουν τον εαυτό ως φιλελεύθερα όντα που επιλέγουν διαρκώς, δεν υπάρχει λόγος για την παθητικότητα αυτών που διαγιγνώσκονται, καθώς αυτή η παθητικότητα είναι ήδη μία πράξη που συνιστά την επιλογή μέσα στην φιλελεύθερη γκάμα τους και οι πράξεις διέπονται συνεχώς από κάποια σχετική ηθική, φιλελεύθερη ή διαφορετική. 

Τώρα εγώ που είμαι μοναχικός, αναστοχαζόμενος την κατάσταση και βλέπω την κοινωνική “φύση” της μοναξιάς γιατί να ενδιαφερθώ για την ατομική σου μοναξιά που κλαις, χτυπιέσαι, αγαπάς, ξομολογείσαι, δηλώνοντας ηθικά αισχρές νεοφιλελεύθερες επαναλήψεις του ίδιου έργου – ρομάντζο/εφιάλτης. Αν θέλεις μπορείς να μου κάνεις παρέα, να ακούσω τι έχεις να μου πεις και μετά όμως να υποσχεθείς να σκεφτείς όσα είπαμε. Είμαι διαθέσιμος να εξηγήσω αν και μου αρέσει η σιωπή καθώς κάθε λέξη είναι επικίνδυνη. Κάθε μέρα θα λέμε μέχρι τρεις, όλες οι άλλες θα έχουν βάση ανάλυσης αυτές που ξεστομίσαμε. Τρεις και τρεις ίσον έξι, νομίζω πως δεν θα μας φθάσει η ημέρα. Αυτή η κίνηση της γραφής αναστοχαστικά μπορεί να ιδωθεί ως μήνυμα σε μπουκάλι πλεούμενο στην χρονική θάλασσα. Ποιος ξέρει; Μπορεί αξιακά να συναντηθούμε κάποτε! Αρκεί να μην περάσει αρκετός χρόνος για μένα γιατί μετά βλέπω να γίνομαι αντικείμενο της δικής σου επανάληψης.